122 min - Drama Director: Sam Mendes Writer: Alan Ball Stars: Kevin Spacey, Annette Bening, Thora Birch, Wes Bentley, Mena Suvari ,Chris Cooper
Ο Άγγλος σκηνοθέτης του θεάτρου Sam Mendes (γεννημένος το 1965), βραβευμένος με βραβείο Olivier σκηνοθεσίας, πραγματοποιεί το 1999 ένα εντυπωσιακό κινηματογραφικό ντεμπούτο με το “American Beauty” σαρώνοντας όλα τα σημαντικά βραβεία στα Όσκαρ και στις Χρυσές Σφαίρες αλλά κερδίζοντας και την εκτίμηση των απανταχού κριτικών [μέχρι σήμερα έχει σκηνοθετήσει τέσσερις ακόμη τανίες: «Ο Δρόμος της απώλειας» (2002) «Σύρριζα» (2005) Revolutionary Road (2008) Away we go(2009)]. Ο σεναριακός καμβάς θυμίζει την «Παγοθύελλα» (1997) του Αng Lee και την «Ευτυχία» (1998) του Todd Solonz. O Λέστερ Mπέρναμ (Kevin Spacey) αποφασίζει να κάνει ορισμένες αλλαγές στη μονότονη ζωή του, αλλαγές που δεν ταιριάζουν τόσο σε ανδρική κλιμακτήριο όσο σε δεύτερη εφηβεία. Όσο πιο ελεύθερος γίνεται, τόσο πιο χαρούμενος είναι, πράγμα που εξοργίζει ακόμα πιο πολύ τη γυναίκα του, Kάρολιν, και την κόρη του, Tζέιν, προπαντός όταν ο Λέστερ αρχίζει να κοιτάει με λάγνο βλέμμα τη φίλη της Tζέιν, τη φλογερή Άντζελα. H Kάρολιν αντιδρά επικεντρώνοντας την προσοχή της στον Mπάντι Kέιν, συνάδελφο μεσίτη. H χαώδης κατάσταση στο σπιτικό των Mπέρναμ επιδεινώνεται με την άφιξη στο διπλανό σπίτι μιας εξίσου πολυτάραχης οικογένειας: ο αυστηρός και αυταρχικός συνταγματάρχης Φιτς, του σώματος των πεζοναυτών, η κουτή γυναίκα του, Mπάρμπαρα, και ο απόμακρος γιος τους, Pίκι, ο οποίος δεν αργεί να μαγευτεί από την Tζέιν. O Μendes εικονογραφεί το πολυσύνθετο και πολυεπίπεδο σενάριο του Alan Ball έχοντας επηρεαστεί απο τον περφεξιονισμό του Kubrick αλλά και την καυστική ειρωνεία και τον πεσιμισμό του Billy Wilder. Ανατέμνει με ακρίβεια, παρατηρητικότητα ,σαρκασμό και οξυδέρκεια (που φέρνει στο νου τον Claude Chambrol) τους δομικούς λίθους της μεσοαστικής τάξης. Όμως σε αντίθεση με την "φαινομενική " ηρεμία και απάθεια του Chambrol o Mendes σκηνοθετεί εκρηκτικά δίνοντας στο κάδρο του όγκο, ένταση και υπερβολή. Χρησιμοποιεί ως βάση αφήγησης τον ρεαλισμό τον οποίο περιοδικά υπονομεύει διασπείροντας ψήγματα σουρεαλισμού και οπτικής ποίησης. Προσπαθεί και καταφέρνει σε μεγάλο βαθμό να αναφερθεί σε όλα σχεδόν τα «μεγάλα» θέματα της σύγχονης Αμερικάνικης κοινωνίας: διάλυση πυρηνικής οικογένειας, αποσάθρωση του αμερικάνικου ονείρου , μιλιταριστική παθογένεια, ευνουχιστικό καθωσπρεπισμό των “dealers” και των managers, υπαρξιακό κενό της μέσης ηλικίας , φόβο των γηρατειών , αδιέξοδο των νέων. Μιλά για την αλλοτρίωση της γενιάς των sixties και του Βιετνάμ ,της γενιάς του Rock και του Woodstock, της αμφισβήτησης και των παραισθησιογόνων ,που όταν ωρίμασε και δροσίστηκε με λίγες σταγόνες εξουσίας μετατράπηκε σταδιακά στο πιο συντηρητικό, κομφορμιστικό και αντιδραστικό κομμάτι της Αμερικάνικης κοινωνίας . Μιλά ακόμη με τρυφερότητα, νοσταλγία και πίκρα για το απαρέγκλιτο πέρασμα του χρόνου, τις ανεξίτηλες παιδικές μνήμες, τις απλές χαρές της ζωής, την απαρατήρητη ομορφιά γύρω από τα ταπεινά πράγματα του κόσμου, τον υπέρτατο πλούτο αλλά και πόνο της νιότης . Και στις στιγμές αυτές η ταινία απογειώνεται. Στον αντίποδα όλη αυτή η υπερφόρτωση βομβαρδίζει χωρίς τις απαραίτητες ανάσες τον θεατή. Η ισορροπία προς το φινάλε χάνεται, η δράση άλλοτε χωλαίνει και άλλοτε ακροβατεί σε κάποιες σεναριακές απιθανότητες. Ο Μendes εν μέρει παγιδεύεται και αστοχεί στην προσπάθεια του να τα πει "όλα". Όμως το επίπεδο στο οποίο τολμά να εκφραστεί είναι η "οροφή" του κινηματογράφου.
IMDb
FREE SINGLE DOWNLOAD LINK!
http://uploadhero.com/dl/sV4RZoLP
Έχει επεξεργασθεί από τον/την ΑΜΦΙΚΤΥΩΝ στις Πεμ Νοε 14, 2013 1:45 pm, 1 φορά
vasolm
Αριθμός μηνυμάτων : 567 Ημερομηνία εγγραφής : 16/12/2012
122 min - Drama Director: Sam Mendes Writer: Alan Ball Stars: Kevin Spacey, Annette Bening, Thora Birch, Wes Bentley, Mena Suvari ,Chris Cooper
Ο Άγγλος σκηνοθέτης του θεάτρου Sam Mendes (γεννημένος το 1965), βραβευμένος με βραβείο Olivier σκηνοθεσίας, πραγματοποιεί το 1999 ένα εντυπωσιακό κινηματογραφικό ντεμπούτο με το “American Beauty” σαρώνοντας όλα τα σημαντικά βραβεία στα Όσκαρ και στις Χρυσές Σφαίρες αλλά κερδίζοντας και την εκτίμηση των απανταχού κριτικών [μέχρι σήμερα έχει σκηνοθετήσει τέσσερις ακόμη τανίες: «Ο Δρόμος της απώλειας» (2002) «Σύρριζα» (2005) Revolutionary Road (2008) Away we go(2009)]. Ο σεναριακός καμβάς θυμίζει την «Παγοθύελλα» (1997) του Αng Lee και την «Ευτυχία» (1998) του Todd Solonz. O Λέστερ Mπέρναμ (Kevin Spacey) αποφασίζει να κάνει ορισμένες αλλαγές στη μονότονη ζωή του, αλλαγές που δεν ταιριάζουν τόσο σε ανδρική κλιμακτήριο όσο σε δεύτερη εφηβεία. Όσο πιο ελεύθερος γίνεται, τόσο πιο χαρούμενος είναι, πράγμα που εξοργίζει ακόμα πιο πολύ τη γυναίκα του, Kάρολιν, και την κόρη του, Tζέιν, προπαντός όταν ο Λέστερ αρχίζει να κοιτάει με λάγνο βλέμμα τη φίλη της Tζέιν, τη φλογερή Άντζελα. H Kάρολιν αντιδρά επικεντρώνοντας την προσοχή της στον Mπάντι Kέιν, συνάδελφο μεσίτη. H χαώδης κατάσταση στο σπιτικό των Mπέρναμ επιδεινώνεται με την άφιξη στο διπλανό σπίτι μιας εξίσου πολυτάραχης οικογένειας: ο αυστηρός και αυταρχικός συνταγματάρχης Φιτς, του σώματος των πεζοναυτών, η κουτή γυναίκα του, Mπάρμπαρα, και ο απόμακρος γιος τους, Pίκι, ο οποίος δεν αργεί να μαγευτεί από την Tζέιν. O Μendes εικονογραφεί το πολυσύνθετο και πολυεπίπεδο σενάριο του Alan Ball έχοντας επηρεαστεί απο τον περφεξιονισμό του Kubrick αλλά και την καυστική ειρωνεία και τον πεσιμισμό του Billy Wilder. Ανατέμνει με ακρίβεια, παρατηρητικότητα ,σαρκασμό και οξυδέρκεια (που φέρνει στο νου τον Claude Chambrol) τους δομικούς λίθους της μεσοαστικής τάξης. Όμως σε αντίθεση με την "φαινομενική " ηρεμία και απάθεια του Chambrol o Mendes σκηνοθετεί εκρηκτικά δίνοντας στο κάδρο του όγκο, ένταση και υπερβολή. Χρησιμοποιεί ως βάση αφήγησης τον ρεαλισμό τον οποίο περιοδικά υπονομεύει διασπείροντας ψήγματα σουρεαλισμού και οπτικής ποίησης. Προσπαθεί και καταφέρνει σε μεγάλο βαθμό να αναφερθεί σε όλα σχεδόν τα «μεγάλα» θέματα της σύγχονης Αμερικάνικης κοινωνίας: διάλυση πυρηνικής οικογένειας, αποσάθρωση του αμερικάνικου ονείρου , μιλιταριστική παθογένεια, ευνουχιστικό καθωσπρεπισμό των “dealers” και των managers, υπαρξιακό κενό της μέσης ηλικίας , φόβο των γηρατειών , αδιέξοδο των νέων. Μιλά για την αλλοτρίωση της γενιάς των sixties και του Βιετνάμ ,της γενιάς του Rock και του Woodstock, της αμφισβήτησης και των παραισθησιογόνων ,που όταν ωρίμασε και δροσίστηκε με λίγες σταγόνες εξουσίας μετατράπηκε σταδιακά στο πιο συντηρητικό, κομφορμιστικό και αντιδραστικό κομμάτι της Αμερικάνικης κοινωνίας . Μιλά ακόμη με τρυφερότητα, νοσταλγία και πίκρα για το απαρέγκλιτο πέρασμα του χρόνου, τις ανεξίτηλες παιδικές μνήμες, τις απλές χαρές της ζωής, την απαρατήρητη ομορφιά γύρω από τα ταπεινά πράγματα του κόσμου, τον υπέρτατο πλούτο αλλά και πόνο της νιότης . Και στις στιγμές αυτές η ταινία απογειώνεται. Στον αντίποδα όλη αυτή η υπερφόρτωση βομβαρδίζει χωρίς τις απαραίτητες ανάσες τον θεατή. Η ισορροπία προς το φινάλε χάνεται, η δράση άλλοτε χωλαίνει και άλλοτε ακροβατεί σε κάποιες σεναριακές απιθανότητες. Ο Μendes εν μέρει παγιδεύεται και αστοχεί στην προσπάθεια του να τα πει "όλα". Όμως το επίπεδο στο οποίο τολμά να εκφραστεί είναι η "οροφή" του κινηματογράφου.